- κελτίδα
- (Celtis). Γένος φυτών της οικογένειας των κνιδωδών. Περιλαμβάνει περίπου 50 είδη θάμνων και δέντρων, δασικών και φυλλοβόλων. Στην ελληνική χλωρίδα ανήκουν τα είδη κ. η τουρνεφόρτεια και η κ. ηνότια. Και τα δύο είδη είναι μεγάλα δέντρα· το πρώτο φυτρώνει στην Κυλλήνη και στα Τρίκαλα και το δεύτερο, που είναι γνωστό στην Ελλάδα κυρίως με τις ονομασίες μελικοκιά, μικροκοκιά, κουτσομηλιά, φτελοκοτσά και κεράδα ή λουτριά, είναι ιθαγενές δέντρο των μεσογειακών χωρών και του Ιράν. Στην Ελλάδα συναντάται κυρίως στη Θεσσαλία, στη Φθιώτιδα, στην Αττική, στην Πελοπόννησο και στη Μακεδονία. Η κ. ητουρνεφόρτεια φτάνει σε ύψος τα 6 μ. και κ. ηνότια τα 18 μ. Ο καρπός της νότιας, που είναι λίγο μεγαλύτερος από τον κόκκο του πιπεριού, είναι εδώδιμος. Στη Γαλλία, το δέντρο αυτό καλλιεργείται ειδικά για την κατασκευή ράβδων, μαστιγίων, χερουλιών εργαλείων κ.ά. Από τα εξωτικά είδη, αξιόλογα είναι η κ. η δυτική, φυτό ιθαγενές των ΗΠΑ, και η κ. η σινική, που φυτρώνει στην Κίνα· και τα δύο είναι δέντρα των οποίων το ξύλο είναι χρήσιμο για πολλές κατασκευές.
Dictionary of Greek. 2013.